Saturday, November 1, 2008

Η γιαγιά σου, η μαμα μου, ο εφιάλτης μου

Αγγελική 34χρ.
- Δεν θα φας σοκολάτα πριν το φαγητό.
- Η γιαγιά με αφήνει
- ‘Εγώ όμως όχι !
- Εγώ θα ρωτήσω την γιαγιά μου.
Παρακολουθούσα τον γιο μου να με αψηφά κι έτρεμα από τα νεύρα μου.
Έλεγξα τον εαυτό μου λέγοντας ότι είναι η φάση που δοκιμάζει τα όριά μου και να μην χάσω την μπάλα.

- Γιαγιά, να φάω σοκολάτα ;
Η μητέρα μου είχε παρακολουθήσει όλη την σκηνή, παρ’αυτά όμως απάντησε.
- Φυσικά αγόρι μου.
Και γυρνώντας προς εμένα: « Σιγά, τι θα πάθει; Εγώ τον αφήνω.»

Είμαι εργαζόμενη και χωρισμένη. Έχω ανάγκη την βοήθεια της μητέρας μου να μου κρατήσει το παιδί. Όμως νιώθω να με υπονομεύει ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που κάνει και ο πρώην σύζυγός μου. Στην προσπάθεια να είναι οι "καλοί", τους διαφεύγει ότι χαλάνε τον χαρακτήρα του παιδιού και δυσκολεύσουν την δική μου σχέση μαζί του, αφού εγώ είμαι αυτή που φωνάζει, και που τελικά κανείς δεν σέβεται.

- Τώρα τι ήταν αυτό που έκανες; σφύριξα μέσα από τα δόντια μου όταν ο μικρός πήγε να πάρει την σοκολάτα.
- Σε μεγάλωσα μια χαρά, δεν σου επιτρέπω να με κρίνεις στις αποφάσεις μου και αν δεν σου αρέσει , μην μου τον ξανά αφήσεις.
Κατάπια τα δάκρυα μπροστά στον εκβιασμό, στην σκληρότητα και κοίταξα τον γιο μου που με κοίταζε με θριαμβευτικό ύφος.
Έτρεξε στην αγκαλιά της μητέρας μου και ένιωσα να θέλω να τον πάρω από το αυτί και να μην ξαναγυρίσουμε.
Ή να πάρω εγώ το καπελάκι μου και να μην ξαναγυρίσω.
Φυσικά μιλούσε ο θυμός.
Και η απελπισία.
Η μάνα μου, ήταν ο ανταγωνιστής μου και ο εχθρός μου.
Πάντα έτσι ήταν και με τον πατέρα μου.
Αν είχα επιλογή, δεν θα άφηνα τον μικρό μαζί της. Όμως δεν έχω κανέναν αλλον.





Σόνια 42χρ.
- Μαμά γιατί δεν πάμε ποτέ στην γιαγιά;
Γιατί της φωνάζεις;
Αναστέναξα, τι να της εξηγήσω;
Ήταν πολύ μικρή για να καταλάβει.
Είπα όμως να κάνω μια προσπάθεια.
- Γιατί δεν την συμπαθώ αγάπη μου.
- Τι είναι "συμπαθώ" ;
- Κάτι σαν την αγάπη, αλλά πιο λίγο.
Άνοιξε διάπλατα τα ματάκια της και κατάλαβα ότι έκανα γκάφα.
- Δεν αγαπάς την γιαγιά; Μα.. μα είναι μαμά σου!
- Θυμάσαι το παιδάκι που σε χτυπούσε στο σχολείο;
- Ναι.
-Το αγαπάς;
- Όχι.
- Μερικές φορές είναι δύσκολο να αγαπάς κάποιον, ναι;

Κούρνιασε κοντά μου.
- Εσύ μπορείς να την αγαπάς όμως αφού είναι καλή μαζί σου.
Δίστασε λίγο.
- Δεν την αγαπάω πολύ, μερικές φορές δεν την αγαπάω καθόλου, μου είπε σιγά.
Μου έλεγε κάτι απελευθερωμένη από την υποχρέωση; Ή ήθελε να μου συμπαρασταθεί;




Ήξερα πόσο καταπιεστική είναι και μια απλή συνεύρεση με την μητέρα μου, για όλο τον κόσμο, όχι μόνο για μενα.
Δεν μπορούσα να της εξηγήσω τους λόγους της αιώνιας διαμάχης μαζί της, ότι είναι μια γυναίκα που ποτέ δεν σεβάστηκε τους άλλους.
Όταν το παιδί χτύπησε σοβαρά, δεν με ειδοποίησε, δημιουργώντας μου μια ανασφάλεια ως το προς το πόσο θα μου έπεφτε λόγος για μια σοβαρή απόφαση, που αφορούσε στην τελική, το παιδί μου.
- Δεν ήθελα να σε ανησυχήσω.
- Αν το παιδί μου έχει μια πληγή που χρειάζεται ράμματα, ΘΕΛΩ να με ανησυχήσεις.
Αν και ήξερα ότι ήταν δικαιολογία, γιατί πάνω στους καβγάδες η αλήθεια έβγαινε.
- Με θες μόνο για να σου την κρατάω, δεν μου δίνεις καθόλου λόγο στην ανατροφή της.
Το θέατρο του παραλόγου δηλαδή.
- Εννοείται ότι δεν θα σου δώσω καμία "δύναμη".
Ενστικτωδώς ένιωθα ότι μέσα της έβλεπε την κόρη μου σαν δεύτερη ευκαιρία, αφού με μένα δεν πήγε καλά . Και στο μυαλό της και στις λέξεις της ήταν ξεκάθαρο, ότι αν η δική μας σχέση δεν λειτουργεί, έφταιγα μόνο εγώ. Ήμουν περίεργη, σκάρτη.
Αν δεν ήμουν εγώ η περίεργη, θα έπρεπε να αναλογιστεί τι έκανε και ο εγωισμός της δεν το επέτρεπε.
Είναι δύσκολο να μεγαλώνεις ακούγοντας πάντα το πόσο φταις για όλα.
Δύσκολο να αναπτύξεις σιγουριά και αυτοπεποίθηση ώστε αν γίνεις λειτουργικός ενήλικας.
Και το θέμα είναι ότι όταν κάποιος δεν παίρνει καμία ευθύνη για τις πράξεις του, η ιστορία επαναλαμβάνεται.
Η μικρή σήκωσε το κεφάλι της, έκλαιγε.
- Μαμά, είμαι κακιά.
- Γιατί το λες αυτό αγάπη μου;
- Γιατί εγώ πόνεσα την γιαγιά. Έσπασαν τα κοκάλα της.
Όντως, πριν λίγα χρόνια η μικρή ανέβηκε πάνω στην μητέρα μου για να παίξουν και τα ήδη ραγισμένα της πλευρά ράγισαν λίγο περισσότερο.



Θυμάμαι την μητέρα μου να έχει αρμέξει κάθε συναίσθημα λύπης και ενοχής που μπορούσε, περιφερόμενη σαν την άδικη κατάρα, αναφέροντας συνέχεια στο παιδί ότι της έσπασε τα κοκάλα.
Αποφάσισα να μιλήσω στην μητέρα μου για το συμβάν, όταν το παιδί κοιμήθηκε.
Δεν είχα πολλές ελπίδες να καταλάβει, αλλά προσπάθησα.
Η φωνή της ανέβηκε μια οκτάβα
- Ψέματα, θα σου πω εγώ τι έγινε.
- Πώς ψέματα; Αφού το είχα δει με τα μάτια μου.
Και αφού το παιδί το θυμόταν ακόμα, θα πει ότι σημαδεύτηκε.
- Δεν θέλω να μάθω τι έγινε, δεν θα το παίξω διαιτητής μαμά, η ουσία είναι άλλη. Με ενδιαφέρει το παιδί.
- Μα να μην σου πω την μεριά μου;
Δεν πίστευα στ’ αυτιά μου.
- Μαμά μη με βάζεις να διαλέξω, θα χάσεις κάθε φορά, ειδικά αφού δεν έχω πιάσει ποτέ το παιδί μου να λέει ψέματα.»
Όντως, το μοναδικό της ψέμα ήταν για ένα κουκλάκι που ήθελε να πάρει στο σχολείο και ακόμα το θυμόταν και μου ζητούσε συγγνώμη.
- Είναι ΨΕΥΤΡΑ, μου πέταξε στα μούτρα.
Ήταν θυμωμένη. Πόσες φορές δεν μου έκανε ακριβώς το ίδιο;
Πόσες φορές δεν την άκουσα να μιλάει για μένα έτσι σε κόσμο όταν μεγάλωνα; Σαν να ήμουν μια φίλη της. Πόσες φορές δεν ένιωσα ανήμπορη να παλέψω και πόσο υπέφερα να ακούω πόσο σκάρτη και λάθος ήμουν πάντα εγώ, αφού εκείνη είχε το αλάθητο;
Όμως η κόρη μου δεν ήταν μόνη της.
Η μητέρα μου συνέχιζε.
- Θέλω να σε βοηθήσω γιατί ο χαρακτήρας της….
- Βοήθησε τον εαυτό σου, που δεν έχεις έναν άνθρωπο να σε αγαπά πραγματικά, και άσε το παιδάκι μου ήσυχο.
Έχω πάψει από καιρό να νιώθω τύψεις όταν της μιλάω έτσι, γιατί από μόνη της έχασε την θέση που θα έπρεπε να έχει μια μητέρα και μια γιαγιά.
Αν θα ήθελα να είναι διαφορετικά τα πράγματα;
Φυσικά!

Όμως κάποιοι άνθρωποι είναι τόσο χαμένοι στα θέλω και στον εαυτό τους και έχουν τόσο λανθασμένη εικόνα για το ποιοι είναι και γαντζώνονται στην εικόνα τους σε βαθμό να σου την επιβάλλουν με το ζόρι, που δεν έχεις άλλη λύση παρά να ξεκόψεις.



Κατερίνα 30χρ
Είχα να μιλήσω στην μητέρα μου κοντά τρία τέσσερα χρόνια. Από δική της επιλογή κυρίως. Οι λόγοι ήταν σύνθετοι αλλά το μεγάλο μπαμ έγινε γιατί ποτέ δεν της κάθισε καλά που είχα καλή σχέση με τον πατέρα μου, τον οποίο μισούσε.
Τα παιδιά μου δεν την θυμούνται, και ενώ πολλές φορές μου έλειπε, δεν ήξερα και που να την βρω, αφού είχε μετακομίσει και αλλάξει το κινητό της.
Τα παιδιά μου με ρωτούσαν, που είναι η δική μου μαμά; Γιατί δεν έρχεται να τα δει.
«Δεν σε αγαπάει; Εμάς;»
Απαντήσεις που δεν ήθελα να δώσω σε τόσο μικρή και τρυφερή ηλικία.
Αναρωτιόμουν με τι καρδιά κρατιόταν μακριά από την μοναδική της κόρη, και τα εγγόνια της. ‘Οταν χώρισα με τον άντρα μου, ευτυχώς που η πεθερά μου με βοήθησε και μου τα κρατούσε γιατί δεν ξέρω κι εγώ τι θα έκανα.
Προχτές την πετύχαμε στο δρόμο.
Πάγωσα.
Μας προσπέρασε επιδεικτικά στα 3 μέτρα.
Τα παιδιά δεν την ήξεραν και τελικά ήταν ευλογία αφού είχε αυτήν την συμπεριφορά.
Η κόρη μου με ρώτησε γιατί έκλαιγα, μετά.
«Γιατί η μαμά μου πέθανε.» της είπα
Ήταν καιρός να το πάρω απόφαση, ότι αυτό ακριβώς συνέβαινε και ότι δεν είχα μητέρα.
Αν είχα ποτέ.



Ελεάνα 33χρ.
Εγώ και η μητέρα μου είχαμε πάντα κάποια προβλήματα όμως προσπαθούσα πάντα να τα ξεπεράσω με το χιούμορ. Δεν ήθελα να τσακωθούμε και δεν την έπαιρνα στα σοβαρά.
Πάντα περνούσε φάσεις και τις ξεπερνούσε. Έχει κάνει μαθήματα μπριτζ, βελονάκι, γλυπτικής και φωτογραφίας, έχει πάει σε σύλλογο αναρρίχησης. Η τρελά και η ζωντάνια προσωποποιημένη και φαντάζομαι αυτό είναι καλό για εκείνη, αλλά εμένα μου έβγαζε πάντα μια αστάθεια και μια έλλειψη μονιμότητας στην ζωή μου.
Το πρόβλημα άρχισε όταν η μητέρα μου καταπιάστηκε με διάφορα βιβλία που μιλάνε για εξωγήινους, θεωρίες συνομωσίας, και δεν συμμαζεύεται. Περαστική τρέλα είναι και αυτή, μέχρι να βρει κάτι άλλο. Όμως, μέχρι να της περάσει, ο μικρός την άκουγε να μιλά στον πατέρα μου με ορθάνοιχτα μάτια, και εγώ ένιωθα άβολα.
Αντί για παραμυθάκια το κεφάλι του γιου μου γέμιζε ιστορίες με τέρατα στα βάθη της γης, πλοία που εξαφανίζονται στο τρίγωνο των Βερμούδων, το πείραμα της Νέας Φιλαδέλφειας, την καταστροφή του κόσμου το 2012, μηχανές που προκαλούν σεισμούς στους πάγους, αεροπλάνα που ραντίζουν, και δηλητήριο σ αυτά που τρώμε.
Να ξεκαθαρίσω ότι μπορεί κάποια πράγματα να έχουν βάση, κάποια όχι.
Δεν είναι αυτή η ουσία.
Όμως σαν ενήλικας, το μυαλό μου μπορεί να τα αφομοιώσει και. μπορώ να διαχωρίσω και να επιλέξω τι θα πιστέψω.
Το παιδί είναι ανίκανο να κάνει αυτόν τον διαχωρισμό και λίγο καιρό μετά, όπως ήταν αναμενόμενο, άρχισαν οι εφιάλτες.
Και να βρέχει το κρεβάτι του.
Προσπάθησα να εξηγήσω στην μητέρα μου ότι δεν είναι κατάλληλες συζητήσεις για ένα παιδί και να του πει καλύτερα ένα παραμυθάκι.
Τίποτα.
Άρχισα να αραιώνω τις επισκέψεις μου στο σπίτι της όμως ο μικρός μου την ζητούσε. Είναι πολύ δεμένοι οι δυο τους. Είναι η σούπερ γιαγιά κι εγώ δουλεύω πολλές ώρες.



Προσπάθησα να μιλήσω στον πατέρα μου όμως μου απάντησε:
«Σώπα τώρα κι εσύ, φέρνεις την καταστροφή, αφού την ξέρεις την μαμά σου, άστη να κάνει αυτό που την ευχαριστεί.»
Μετά από λίγους μήνες δυστυχώς ο πατέρας μου πέθανε.
Η μητέρα μου ζήτησε να έρθει να μείνει μαζί μας, μόνο που δεν το ζήτησε σε μένα αλλά στον μικρό.
Εκείνος με την σειρά του κατενθουσιάστηκε στην ιδέα, αφού η γιαγιά του παίζει πολύ μαζί του.
Όμως εγώ δεν ένιωθα άνετα με την ιδέα και δεν ήξερα πώς να το χειριστώ.
Μου είχαν προτείνει μια δουλειά στο εξωτερικό και αποφάσισα να την δεχτώ, θα είχα περισσότερα χρήματα και θα έμπαινε και λίγη απόσταση μεταξύ τους.….
Μόνο που υπολόγιζα χωρίς τον ξενοδόχο.
Το παιδί δεν θέλει να με ακολουθήσει και θέλει να μείνει με την γιαγιά του.
Σαν μάνα νιώθω τελείως αναλώσιμη, και δεν καταλαβαίνω τι είναι αυτό που τους δένει τόσο. Δεν υπάρχει περίπτωση να αφήσω το παιδί μου, όμως δεν ξέρω πώς να αντιμετωπίσω και τον θυμό του γιου μου που θέλει να μείνει με την μητέρα μου.
Σκέφτηκα ότι ίσως φταίει ο σύντροφος μου, όμως έχουν καλή σχέση.
Με πληγώνει που η μητέρα μου δεν λέει στο παιδί ότι η θέση του είναι με την μαμά του, παρά το εμψυχώνει.
Τον ονομάζει το «αντράκι της» και μου δίνει την εντύπωση ότι τον έχει βάλει στην θέση που είχε ο πατέρας μου.
Τον ταΐζει και τον φροντίζει με τον ίδιο τρόπο και νιώθω πραγματικά ανήμπορη να κάνω το παραμικρό ενώ οι καβγάδες δίνουν και παίρνουν. Πώς να κρατήσω τις ισορροπίες και να βοηθήσω το παιδί μου, χωρίς να το πληγώσω ή να υπονομεύσω την ίδια μου την μητέρα;. Πώς να διαφυλάξω την σχέση τους, βάζοντας όμως την απαραίτητη απόσταση που χρειάζεται για να είναι πιο υγιής;



Μαρία 27 χρ.
Η μητέρα μου πάντα είχε ένα κατιτί με τα αγόρια και τους άντρες.
Μες το μυαλό της οι δύο ρόλοι ήταν πάντα ξεχωριστοί και επιπλέον είχε την τάση να δημιουργεί ανταγωνισμούς ανάμεσα σε μένα και στα αδέλφια μου για την αγάπη της.
Της άρεσε να ασχολούμαστε μαζί της και να προσπαθούμε να την διεκδικήσουμε. Όμως σαν κορίτσι, έβγαινα πάντα χαμένη.
Λίγο πριν γεννηθεί η κόρη μου, πήγε και είπε στον αδελφό μου ότι ό,τι παιδί και να γεννούσα, πάντα θα αγαπούσε περισσότερο τον γιο του. Ο αδελφός μου το βρήκε μεγάλη χοντράδα και μου το είπε.
Εγώ απλά αναστέναξα. Η μαμά ήταν η μαμά, δεν θα άλλαζε τώρα.
Γεννήθηκε η κόρη μου και ανέπτυξαν μια πολύ καλή σχέση.
Λίγα χρόνια αργότερα γέννησα τον γιο μου και η μητέρα μου έπαθε αμόκ.
Η χαρά της και ο ενθουσιασμός της παραήταν έκδηλα και είδα την κόρη μου να απορεί και να νιώθει παραμελημένη.
Έβλεπε διαφορά στην συμπεριφορά της γιαγιάς της και προσωπικά έβλεπα να «παίζεται»η ίδια ιστορία με μένα όταν ήμουν παιδί.
Δεν ήθελα η μικρή να νιώθει ότι έχει λιγότερη αξία, γιατί πολύ απλά δεν είχε, αυτά ήταν στο μυαλό της μάνας μου, και δεν ισχύουν.
Πώς όμως να το χειριζόμουν;
Προσπάθησα να μιλήσω στην μητέρα μου που φυσικά αρνήθηκε ότι έκανε διαχωρισμό.
Έβαλε τα κλάματα.
Λίγες μέρες αργότερα η μικρή ήρθε κλαίγοντας γιατί η γιαγιά είχε θυμώσει μαζί της.
Ο λόγος;
Είχε κατηγορήσει την μικρή ότι δημιούργησε πρόβλημα στις σχέσεις μας.
‘Συγγνώμη μαμά μου.» σπάραζε το παιδί με αναφιλητά και μάταια προσπαθούσα να της πω ότι δεν είναι έτσι.
«Δεν θα σου ξαναπώ τίποτα ό,τι και να κάνει η μαμά σου.»
Μου σηκώθηκε η τρίχα.
«Θέλω η γιαγιά να με αγαπάει όπως αγαπάει τον Μάρκο. Γιατί τον αγαπώ κι εγώ αλλά μερικές φορές όταν πάμε στην γιαγιά θυμώνω μαζί του και τον τσιμπάω όταν κανείς δεν βλέπει.»
Σήκωσε τα κατακόκκινα ματάκια της και όλο απόγνωση με ρώτησε:



«Θα πάω στην φυλακή;;»
Αναγνώριζα την απειλή της μητέρας μου.
Πώς γίνεται μερικοί άνθρωποι να μην βλέπουν πόση ζημιά κάνουν;
Η μητέρα μου είναι γλυκιά, αγαπάει όλο τον κόσμο, είναι εξυπηρετική και πάντα με το χαμόγελο.
Όμως έχει τόσο ανάγκη η ίδια από επιβεβαίωση που νιώθω ότι «ρουφάει» στην κυριολεξία την ψυχική υγεία του παιδιού μου.
Έχω μια δύσκολη απόφαση να πάρω και πρέπει να το χειριστώ με προσοχή για να μην νιώσει το παιδί υπαίτιο.
Μακάρι τα πράγματα να ήταν διαφορετικά, όμως βλέπω την μικρή να χάνει την αυτοπεποίθηση της μέρα με την μέρα, και να ανταγωνίζεται όλο και πιο πολύ τον αδερφό της, παρουσία της μητέρας μου.
Δεν θέλω καν να της περάσει από το μυαλό ότι είναι κατώτερη για ουδέποτε λόγο, ούτε να νιώθει ζήλια, εφόσον στο σπίτι μας καταφέραμε να κρατήσουμε τις ισορροπίες.
Τα αδέλφια μου φυσικά έχουν άλλη άποψη όσον αφορά το θέμα της μαμάς, όμως οι γυναίκες τους με κοιτούν με κατανόηση.
Έχουν και αυτές το ίδιο πρόβλημα, άσχετα αν ποτέ δεν θα μου έλεγαν κάτι πολύ φανερά, από σεβασμό. Αλλά το βλέπω στα μάτια τους. Δεν χωνεύουν την μαμά που τις ανταγωνίζεται.
Νιώθω ότι πρέπει να διαλέξω τη μητέρα και τα αδέλφια μου ή το παιδί μου.
Πώς ενεργείς όταν ξέρεις ότι θα έχεις μια ολόκληρη οικογένεια πάνω από το κεφάλι σου;
Και πώς να αγνοήσεις μια ζημιά που βλέπεις να εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια σου;

(fe-mail.gr)

No comments: