Saturday, November 1, 2008

Όταν τα φτιάχνει με την φίλη σου

«Ο Ρένος τα έφτιαξε με την Ελένη.»

Η Σοφία, με μάτια κλαμένα καθόταν απέναντί μου. Είχε χωρίσει με τον Τάσο πριν 9 μήνες, όμως καταλάβαινα ακριβώς τι την είχε ενοχλήσει, και τι την πλήγωνε.
Αναμνήσεις με κατακλύσανε και ο γνώριμος κόμπος στο στομάχι, ξεχασμένος τόσο καιρό, επανήλθε, προς μεγάλη μου έκπληξη. Η Νατάσσα, η τρίτη κοπέλα της παρέας και επί 5 χρόνια κολλητή μου, έσκυψε μπροστά:
-«Πριν τρία χρόνια μετακόμιζα από το σπίτι, με το μωρό» άρχισε να διηγείται.

«Ο γάμος μου είχε προφανώς τελειώσει, όμως και οι δυο είχαμε κρεμαστεί από την ελπίδα ότι αν πηγαίναμε σε σύμβουλο, αν βάζαμε απόσταση μεταξύ μας, αν βρίσκαμε την δύναμη να συγχωρέσουμε και να ξεχάσουμε όσα είχαν γίνει μεταξύ μας, ίσως μια μέρα στο κοντινό μέλλον να μπορούσαμε να γιατρέψουμε τις πληγές μας και να συνεχίσουμε την ζωή μας. Μαζί και πάλι..»
Ρούφηξε μια γουλιά από τον καφέ της και κοίταξε την Σοφία. Δεν γνωρίζονταν καιρό αλλά είχαν συμπαθηθεί αμέσως..
«Μ’ αυτό το σκεπτικό μετακόμισα. Για δική μου αξιοπρέπεια, κάποια πράγματα δεν καταπίνονται εύκολα. Χρειαζόμουν χρόνο και χώρο να αποβάλλω τον θυμό και την πίκρα μου. Θεώρησα πολύ σημαντικό επίσης να του δώσω χώρο να καταλάβει τι θέλει, να πάρει μιαν ανάσα, φανταζόμουν-ίσως βλακωδώς- ότι το πρόβλημα ήταν ότι δυσκολευόταν πολύ να προσαρμοστεί στον νέο ρόλο του οικογενειάρχη και να παραδώσει την σκυτάλη στην επόμενη γενιά.»
Κοίταζα την Νατάσσα που περιέγραφε ένα κοινό συναίσθημα, κοινές σκέψεις. Όλες έχουμε την τάση να δικαιολογούμε και να θεωρούμε ότι οι άντρες οι δικοί μας, δεν είναι κάφροι, -αυτούς, τους παντρεύονται άλλες- ο δικός μας ο άντρας είναι ο άνθρωπος μας, που κάνει λάθη, χωρίς να το θέλει.
« Οι κουβέντες περί επανασύνδεσης ήταν μάλλον λόγια τρέλας, τύψεων, που ξεστομιστήκανε κάτω από τον πόνο του χωρισμού» συνέχισε η Νατάσσα
«γιατι σε λίγες εβδομάδες τα έφτιαξε με την Ράνια, μια φίλη μου.»

Η Σόφια την άκουγε με προσοχή. Εγώ ήξερα την ιστορία γιατι την είχα ζήσει μαζί με την Νατάσσα και δεν νομίζω να είχα δει άνθρωπο να υποφέρει τόσο στην ζωή μου. Ήταν όμως η πρώτη φορά που μιλούσε γι αυτό τόσο ανοιχτά.
«Κατάρρευσα.» περιέγραφε η Νατάσσα
«Ήταν το τελευταίο χτύπημα.
Η Ράνια ήξερε τι προσπαθούσα να κάνω, ότι δεν είχα παραδώσει τα όπλα στον γάμο μου, -ιδίως λόγω του παιδιού- ήξερε τι είχαμε πει με τον άντρα μου, την ελπίδα που είχαμε να τα καταφέρουμε»
Κοίταξε προς την Ακρόπολη, έψαχνε τις λέξεις της.
Πήρα εγώ τον λόγο.
-«Μια φίλη, είναι κάποια στην οποία λες, « ο κερατάς!» πάνω στα νεύρα σου, επειδή για 1000η φορά ξέχασε να πάρει το παλτό του από το στεγνοκαθαριστήριο ή αποκοιμήθηκε αφήνοντας το φαΐ στην φωτιά.».
«Είναι ο άνθρωπος με τον οποίο λες γελώντας τι έκανες χτες το βράδυ για πρώτη φορά, είναι ο άνθρωπος που θα σε παρηγορήσει όταν εκείνος θα βροντήξει την πόρτα και δεν θα εμφανιστεί όλη μέρα. Είναι ο άνθρωπος που βάζεις στην ζωή σου, στο σπίτι σου, θεατής της σχέσης σου και υποστηριχτής σου.»
Η Νατάσσα με κοίταξε-καταλαβαινόμασταν, και μετά κοιτάξαμε την Σοφία.
-«Εγώ δεν ανοίγομαι τόσο στις φίλες μου» αποκρίθηκε εκείνη.
-«Και είχε αποτέλεσμα;» την ρώτησα με παιχνιδιάρικο βλέμμα.
Η Σοφία με κοίταξε για λίγο σοκαρισμένη και μετά έσκασε στα γέλια. Γέλια που μεταμορφωθήκανε σχεδόν αμέσως σε κλάμα.
Έσκυψα να την πάρω αγκαλιά, και όταν ηρέμησε κάπως, η Νατάσσα συνέχισε την ιστορία της.
-«Την συμπαθούσα πολύ την Ράνια. Ήταν πολύ όμορφη και ανησυχούσα για κείνη..
Έβλεπα πολύ καλά ότι οι περισσότεροι άντρες δεν θα κοίταζαν παραπέρα από το ωραίο πρόσωπο, το στητό στήθος μέσα στο αβυσσαλέο ντεκολτέ. Θεωρούσα ότι είχε μια καλή ψυχή που θα περνούσε απαρατήρητη λόγω της ομορφιάς της, ότι θα ήταν «έπαθλο». Προσπαθούσα να της δώσω να καταλάβει ότι δεν χρειαζόταν να βάζει έντονο μεικ- απ, ούτε τόσο προκλητικά ρούχα, ήμουν προστατευτική απέναντι της όμως, και γω τα ίδια δεν έκανα στα 25 μου?»

Σταμάτησε για λίγο. Είχε γυρίσει πίσω στο παρελθόν και θυμόταν. Το πρόσωπο της φανέρωσε, το φάντασμα της τότε αγωνίας της, πριν επανέλθει στο τώρα με ένα τίναγμα του κεφαλιού.
«Δεν θα μπω σε λεπτομέρειες πως το έμαθα, το ζητούμενο είναι ότι έγινε με τέτοιο τρόπο που με πρόσβαλλε και ήταν σαν αλάτι πάνω στην πληγή.
Ένιωθα βαθύτατα προδομένη.
Δεν το περίμενα από κείνη , αλλά σίγουρα δεν το περίμενα κι από ‘κεινον. Δεν ήμουν μια τυχαία σχέση, ήμουν η γυναίκα του, ήταν ένας γάμος, κάτι που για μένα είχε βαρύτητα. Δεν περίμενα και κάποιες αντιδράσεις γύρω μου. «Μα καλά, πως την έβαλες σπίτι σου;». Σαν να ήταν η τιμωρία μου - που δεν ήμουν πονηρή και δύσπιστη, σαν να ήταν ότι πιο φυσιολογικό να σου την φέρνει ο διπλανός σου.»
-« Και μένα, μου το χρεώνουν» αναφώνησε η Σοφία.
-«Μόλις το μάθε η μάνα μου, μου έριξε εμένα την ευθύνη, δεν είναι παράλογο να είσαι υπόλογος για τις πράξεις άλλων;» συμπλήρωσα εγώ
Είχα μείνει σκεφτική. Η κουβέντα αυτή μου έφερνε πολλά συναισθήματα στην επιφάνεια. Ο τρόπος που τελειώνεις μια σχέση καθορίζει όχι μόνο το ποιόν σου αλλά και το τι αναμνήσεις σου αφήνει και τις μελλοντικές σχέσεις σου με τον πρώην άντρα σου…
Μερικές φορές το τέλος γίνεται έτσι, που αναιρεί και την σχέση ολόκληρη στο μυαλό σου.
Είπα στα κορίτσια της σκέψεις μου.
Η Νατάσσα συμφώνησε: «Ήταν που ήταν δύσκολη η απώλεια των ονείρων, της ζωής που δεν θα είχα, είχα και το βάσανο του να ξυπνάω το πρωί και για λίγα λεπτά να αναρωτιέμαι που είμαι.
Μου έλειπε το σπίτι μου, μόνο που αυτό δεν υπήρχε πια.
Είχα χάσει τον δρόμο που είχαμε χαράξει, ένιωθα χαμένη σε αχαρτογράφητες περιοχές, δεν ήξερα προς τα πού να βαδίσω, ποια κατεύθυνση να πάρω. Έβλεπα εκείνον να συνεχίζει όμως, στο ίδιο μονοπάτι, το δικό μας, μόνο που με είχε αναπληρώσει. Σαν να ήμουν εγώ και το παιδί, το πρόχειρο, η πρόβα τζενεράλε και τώρα μπορούσε να κάνει τα όνειρα μας, με άλλη.
Αυτή δεν είχε πρόβλημα να περπατά στα δικά μου χνάρια και αυτό με γέμιζε αηδία και με τρόμαξε.»

Τράβηξε ένα τσιγάρο από την θήκη του και το άναψε.
«Σε χρόνο dt δημιουργήθηκε μια οικειότητα μεταξύ τους, ένα μοίρασμα σκέψεων, που έκανε εμένα την outsider, την θεατή της δικής τους σχέσης.
Και εκείνος δεν πρόσεχε, ίσα όσα φρόντιζε να με ενημερώνει για το πόσο πολύ ερωτευμένος ήταν, πόσο πολύ του στεκόμουν εμπόδιο στην νέα του ζωή. Πως πήγανε διακοπές εκεί που εμείς πήγαμε διακοπές, πως ήθελε να την παντρευτεί και άλλα κουλά.
Ενώ μέσα μου ήταν ακόμα ο άντρας μου, αυτό δεν είχε αλλάξει,
Είχε περάσει μόλις ένας μήνας που είχα μετακομίσει με κεινον να μου λέει ότι μ’ αγαπάει και ότι θα ξανακέρδιζε την οικογένεια του..»
Την κοιτάξαμε.
«Ναι, μόνο ένας μήνας, και περίμενε να πατήσω το κουμπάκι, αφού είχαμε «χωρίσει», μόνο που εγώ ένιωθα μόνο ότι είχα αλλάξει σπίτι.»
Περίμενα να δω αν θα πει για το γεγονός ότι εκείνος δεν έβλεπε και το παιδί εκείνη την περίοδο και το τι αγώνα έκανε εκείνη για να αποτρέψει το να νιώσει το μικρό την εγκατάλειψη. Όμως δεν μίλησε. Κάποια πράγματα πιθανόν θα πονάνε πάντα, ακόμα και αν σήμερα πατέρας και γιος είχαν σχέσεις.
Η Σοφία πήρε τον λόγο:
-«Αυτό που με πεθαίνει είναι ότι του είπε όλα όσα είχαμε πει πάνω από καφέδες, ασχέτως αν δεν είχα πει πολλά. Με τρελαίνει η σκέψη της απόλυτης προδοσίας της εμπιστοσύνης μου και η αντίδραση του. Πιστεύει ότι του είπε χωρίς να διακρίνει την αλήθεια από το ψέμα.. Νιώθω ότι είμαι ένα τίποτα αφού και ο άντρας μου αλλά και η φίλη μου αποφάσισαν ότι δεν μου αξίζει ο παραμικρός σεβασμός, η παραμικρή αναγνώριση.»
Καταλαβαίναμε .
Θυμήθηκα τα δικά μου.
Την είχε πάει στην μητέρα του πριν κλείσουν 2 μήνες, για τις γιορτές. Όλο το σόι μαζεμένο. Η πεθερά μου, ο γαμπρός μου, τα ανίψια μου.
Πήρα τον λόγο.
-«Οι φίλοι μας και κυρίως οι δικοί του, δεν ξέρανε πως να αντιδράσουν όταν την έφερνε στα σπίτια τους.»
Εγώ δεν ήξερα πώς να αντιδράσω, σκέφτηκα. Ήμουν θυμωμένη, πληγωμένη, αλλά συγκρατούσα την οργή μου λόγω του παιδιού.
«Απ’ ότι άκουγα, δεν ήταν και τόσο σπάνιο φαινόμενο, θα το ξεπερνούσα,» πρόσθεσα σαρκαστικά.
«Όμως εγώ ένιωθα θυματοποιημένη» συνέχισα, και δεν μπορούσα να τινάξω από πάνω μου το παράπονο, και την αίσθηση ότι η στάση της οικογένειας του και των φίλων του, (αλλά και της δικής μου που ποτέ δεν του είπε το παραμικρό) του έδιναν άλλοθι, και δεν τον έφερναν σε επαφή με το γεγονός ότι η στάση του ήταν απαράδεκτη. Αναρωτιόμουν αν ήμουν τόσο αντιπαθής ή αν ζούσα σε έναν κόσμο που αδιαφορούσε για ότι δεν συνέβαινε στο σπίτι του»
Η Νατάσσα συμφώνησε:- «Η αυτοπεποίθηση και η εικόνα του εαυτού σου, μπορούν να πάνε στο μηδέν. Ειδικά αν δεν έχεις στήριξη.»

Έσβησε το τσιγάρο της και ανασηκώθηκε.
«Όλο αυτό το διάστημα , έπρεπε να μεγαλώσω και ένα μωρό, θυμάσαι, ήσουν εκεί.» μου είπε
Έγνεφα με το κεφάλι. Ξέρω πόσο πολύ την πόναγε, ακόμα και σήμερα, που δεν χάρηκε τα πρώτα χρόνια του παιδιού της.
«Έπρεπε να σηκώνομαι από το κρεβάτι να φτιάξω κρέμα το πρωί, ενώ το μόνο που ήθελα ήταν να μην ξανανοίξω τα μάτια μου. Δεν ήθελα να νιώθει το παιδί την ταραχή μου και του «κρυβόμουν».Κρυβόμουν απ όλους, το σώμα περπατούσε, μιλούσε αλλά ήταν ένα άδειο κέλυφος…Είχα «μαζέψει» κάπου μέσα βαθιά, πληγωμένη. Κάπου που δεν μπορούσε κανείς να με φτάσει..»
Έκανε μια παύση, ήπιε μια γουλιά καφέ και κοίταξε την Σοφία. Τα μάτια της γυάλιζαν.
Απέφυγε να με κοιτάξει γιατι ήξερε ότι είχα βουρκώσει.
«Η λύπη, έβγαινε από ένα βαθύ σημείο της ψυχής μου και με σκέπαζε από μέσα έξω. Δεν είχα οργή, είχα νικηθεί.»
«Αναρωτιόμουν γιατι τόση αδιαφορία από την μια, και έχθρα στα όρια του μίσους, από την άλλη.» συνέχισε σκυμμένη μπροστά, με δυο ρυτίδες να αυλακώνουν τα φρύδια της.
«Δεν μπορούσα να καταλάβω, και έτσι πέρασα τον εαυτό μου από κόσκινο. Ήμουν καταπιεστική, κουραστική , αυταρχική, κακή νοικοκυρά, είχα κυτταρίτιδα, δεν βαφόμουν, τον απογοήτευσα, τον έδιωξα, πονούσε που ο γάμος δεν ήταν αυτό που περίμενε και ξέσπαγε. Τα χρεώθηκα όλα!»
Η Σοφία την κοίταζε σοκαρισμένη .

-« Ε όχι ρε Νατάσσα, είπαμε να βγάλεις κάτι θετικό απ όλη την ιστορία, να εξελιχτείς σαν άνθρωπος αλλά αυτό παραπάει.»
-«Έκανα την πιο αυστηρή αυτοκριτική.» απάντησε η Νατάσσα.
-« Μα αυτό δεν είναι αυτοκριτική!» φώναξε η Σοφία αγανακτισμένη.
«Έχεις πάρει το φτυάρι και θάβεσαι!»
Έπιασα το χέρι της Σοφίας.
-«Μην ξεχνάς ότι η Νατάσσα δεν είχε κανέναν στην Αθήνα, βασιζόταν στα πεθερικά της να της κρατήσουν το παΐδι για να δουλέψει και άκουγε καθημερινά εμμέσως, ότι εκείνη έφταιγε που χάλασε ο γάμος της. Και γω πέρασα το στάδιο όπου πίστεψα ότι ήταν φυσιολογικό να πάει ένας άντρας ένα ομορφότερο μοντέλο γυναίκας, αφού η εποχή μας είναι τόσο στραμμένη στην εξωτερική εμφάνιση και οι σχέσεις είναι επιπόλαιες.
Και γω χρέωσα στην ηλικία μου και στο τοπικό πάχος, πολλά, αλλά είναι μια περαστική τρέλα» διευκρίνισα.

-«Δεν μπορούσα να μπω σε πόλεμο. Ήμουν μάνα. Τα αισθήματα έχθρας έρχονταν σε πλήρη αντιπαράθεση με τα μητρικά ένστικτα » πρόσθεσε η Νατάσσα
«Δεν μπορούσα να πολεμήσω τον άνθρωπο με τον οποίο είχα κάνει παιδί. Θα τον έβλεπα για 20 χρόνια τουλάχιστον, έπρεπε να έχουμε πολιτισμένες σχέσεις, άσχετα αν δεν το επιδίωκε. Ίσως ήταν πιο εύκολο να εκφράσω τον θυμό μου πάνω μου παρά επάνω του. Κάτι που είχε σαν επακόλουθο να μην μπορώ να λειτουργήσω.
Έβαζα υπεράνθρωπη προσπάθεια στην διεκπεραίωση της καθημερινότητας. Ένα μπάνιο, μια βόλτα, τέτοια χαζά, μικρά που για μένα ήταν βουνό.
Δεν χρειαζόμουν γιατρό για να καταλάβω ότι είχα σοβαρή κατάθλιψη.»
«Ξεκίνησα θεραπεία με τον ψυχολόγο στον οποίο με πήγε η Lili, από κάπου χρειαζόμουν στήριξη.» Ένιωσα το χέρι της να σφίγγει το δικό μου ενώ μου χάριζε ένα λαμπερό χαμόγελο. Της έκλεισα το μάτι και συνέχισε.
«Χρειαζόμουν κάποιος να με κοιτάξει με μάτια κατανόησης. Ήθελα να κλάψω σε έναν ώμο που θα καταλάβαινε πόσο πολύ πονούσα. Αυτολύπηση, γιατι όχι; Ο κόσμος γύρω μου θεωρούσε φυσιολογικό φαινόμενο και πολύ διαδομένη την προδοσία, κάτι που με έκανε να νιώθω πολύ μόνη και να αμφιβάλλω για την κρίση μου.»
-«Ναι» φώναξε η Σοφία « Και σε μένα τα ίδια λένε: «Τα ‘φτιαξε με κοντινό σου άτομο; Ε και; Όλα τα γουρούνια ίδια είναι, οι άντρες έτσι είναι, παιδιά. Άμα δούνε γυναίκα, ξεχνάνε και γυναίκα και παιδί και όλα….Μα είναι δυνατόν;»
-«Δεν καταλαβαίνω αυτή την ανοχή και αυτήν την μείωση της προσωπικότητας των αντρών» πρόσθεσα και γω
« Σαν να ειναι καθυστερημένα, άτομα με ειδικές ανάγκες που δεν μπορείς να κρατήσεις υπόλογα για τις πράξεις τους. Αυτό το σκεπτικό μειώνει και κείνους αλλά και εμάς.»
Έπεσε σιγή. Η καθεμιά μας, χαμένη στην ιστορία της, σε αναμνήσεις που δεν θα ήθελε να έχει.
Επανήλθαμε στο παρόν.
Είχαμε κάνει πολύ δρόμο αυτά τα χρόνια.
Ειδικά η Νατάσσα που μέσο της θεραπείας βίωσε τον πόνο, την απώλεια, δεν τα έθαψε κάπου μέσα της να την στοιχειώνουν και ελευθερώθηκε από την όλη αρρωστημένη κατάσταση.

Κατάφερε να διαφοροποιηθεί από τις πράξεις του πρώην άντρα και της φίλης της, είδε τον εαυτό της ξεχωριστή οντότητα και η εικόνα του εαυτού της ξαναχτίστηκε, άσχετα με από το τι πίστευε εκείνος.
-« Κάποια στιγμή σταμάτησα να με βλέπω σαν θύμα, δεν ήμουν θυμα…» είπε η Νατάσσα σαν να διάβαζε τις σκέψεις μου. «Και κάθε μικρή νίκη που κατάφερνα στον επαγγελματικό τομέα, στην καθημερινή ζωή ήταν ένα βήμα προς την λύτρωση. Στην υπενθύμιση του ποια ήμουν Λειτουργούσα πάλι. Όταν ένα πρωί ξύπνησα και κατάλαβα ότι είχα ξεπεράσει τελείως τον άντρα μου, ένιωσα ανακούφιση. Με έτρωγε που δεν μπορούσα να πατήσω ένα κουμπάκι και να τον ξεπεράσω, να «μαζέψω» την αφοσίωση που είχε δική της βούληση, ακόμα και μετά από όλα όσα είχε κάνει. Οι τύψεις απέναντι στον εαυτό μου ως τότε με είχαν πεθάνει, και δεν βοηθούσαν στο να νιώσω περήφανη για τον εαυτό μου.
Όταν ξανά ερωτεύτηκα, ένιωσα ότι μέσα από όλη αυτήν την κατάσταση, τελικά βγήκα κερδισμένη, γιατι μέσα από την κατάρρευση των αξιών μου και ότι πίστευα ως σωστό εκείνη την στιγμή, κέρδισα μια κατανόηση της ανθρώπινης φύσης και του εαυτού μου. Πήγα από σίγουρη γυναίκα σε χαλί και στην διαδρομή αυτή, μέσα από την καταστροφή του Εγώ μου, ξεφορτώθηκα ότι δεν μου άρεσε στον εαυτό μου όταν με «ξαναέχτιζα»
Σκέφτηκα ότι είχε δίκιο, παλιά ήταν πιο δογματική, αυταρχική, πάντα με το «σωστό και λάθος» στο στόμα, αλλά δεν ξέρω αν άξιζε τον κόπο. Της είχε μείνει ένας φόβος για τους ανθρώπους και πληγές που ναι μεν κλείσανε, αλλά πονούσαν αραιά και που, όπως πονάνε κάποια παλιά χτυπήματα όταν βρέχει.
Η Νατάσσα συνέχισε να μιλάει, χαμογελώντας. Ήταν ευτυχισμένη που όλη αυτή η ιστορία ήταν πλέον στο παρελθόν της.
«Κατάλαβα ότι πληγώνουν οι προσδοκίες ουσιαστικά, Σοφία» έλεγε ενώ είχε σκύψει μπροστά
«Κανείς δεν σου εγγυάται ότι θα είναι αληθινός και τίμιος απέναντι σου. Αν αποφασίσεις να εμπιστευτείς κάποιον, είναι δική σου απόφαση.
Πήρα την ευθύνη του τι νιώθω και σταμάτησα να κλαίγομαι και να αναρωτιέμαι «πως μπόρεσαν να το κάνουν αυτό.»

Κοίταξα την Σοφία. Την εκνεύριζαν οι ψυχολογικές «αρλούμπες» όπως τις έλεγε.. Ήταν μια όμορφη γυναίκα, αρκετά εγωίστρια. Πιο εγωίστρια από μένα και την Νατάσσα. Ίσως εκείνη να έκανε την ίδια διαδρομή αλλά με διαφορετική έκβαση. Ίσως ο «πόλεμος» ο δικός της να κρατούσε πιο πολύ καιρό, με περισσότερα θύματα. Ίσως να έβρισκε τρόπο να καταπιεί τον εγωισμό της και να προχωρήσει παραπέρα, ρίχνοντας, όπως είχαμε κάνει και μεις, μαύρη πέτρα πίσω της.
-« Δεν υπάρχει περίπτωση να αφήσω αυτήν την γυναίκα να πλησιάσει το παιδί μου!» φώναξε με οργή.
Χαμογέλασα. Το είχαμε περάσει όλες αυτό το συναίσθημα. Η Νατάσσα είχε και σοβαρούς λόγους αφού στην περίπτωση της, η πρώην φίλη της δεν το ήθελε και το ανταγωνιζόταν. Ήταν φανερό ότι η γυναίκα ήταν τελείως τρεις λαλούν και δυο χορεύουν.
Δεν μιλήσαμε στην Σοφία., ήταν ακόμα στο πρώτο στάδιο. Πονούσε.
Της έπιασα τα χέρια και έμεινα σιωπηλή. Πάνω απ όλα τώρα είχε ανάγκη να κλάψει , να ξεσπάσει το παράπονο, να εκφράσει τις φοβίες τις ότι κανείς τους δεν την αγάπησε πραγματικά.
Ακούγαμε πως το έμαθε, τι της είπανε, πως ένιωσε.
Όσο μιλούσε τα δάκρυα στερεύανε και τα μάτια σκληραίνανε.
Ήταν θυμωμένη.
Λογικό είναι.
-«Με την θεραπεία» είπα διστακτικά, «έμαθα ότι όταν ο σύντροφος μας μας προδίδει με την φίλη, την αδερφή μας, δεν είναι κάτι το τυχαίο.»
- «Τόσες γυναίκες υπάρχουν.» συμφώνησε και η Νατάσσα.
-«Άλλο η έλξη που νιώθει για ένα συγκεκριμένο δικό μας πρόσωπο-μπορεί να τύχει, αυτό δεν το ορίζει- και άλλο η απόφαση να δημιουργησει σχέση μαζί του.»
-«Το νιώθουμε σαν πράξη εχθρότητας και είναι λογικό, γιατι είναι πράξη εχθρότητας.» συμπλήρωσα και γω.
Η Σοφία ψέλλισε « Μα γιατι;»
Η Νατάσσα με πρόλαβε: «Είτε γιατι νιώθει καταδυναστευμένος –δικαιολογημένα η όχι-, είτε γιατι ήταν θυμωμένος- δικαιολογημένα ή όχι. Μην ασχολείσαι με τους λόγους του, είναι δικοί του. Όπως και να έχει, ένας άνθρωπος που μας αγαπάει δεν θα μπορούσε να μας πληγώσει έτσι.»
-«Αν το όλο ζήτημα ήταν ο δικός τους έρωτας, θα έβρισκαν ένα τρόπο να το χειριστούν με τακτ, με συμπόνια, αγάπη και προσοχή.» πρόσθεσα εγώ με την σειρά μου
Και αυτό ισχύει είτε πρόκειται για τον γάμο σου, την ερωτική σχέση σου, ή την φιλική σχέση σου».

Η Σοφία μας κοίταξε.
-«Τι να κάνω τώρα;»
-«Τίποτα.» της απάντησα.
-«Πως τίποτα, αστειεύεσαι;» με ρώτησε θυμωμένη
«Θα τους αφήσω να αλωνίζουν και να χαίρονται τον «έρωτα» τους; Δεν υπάρχει περίπτωση, πρώτα απ’ όλα αυτή θα μετανιώσει την ωρα και την στιγμή…»
-«Άσε τους μόνους, αντιμέτωπους με τους εαυτούς τους» την διέκοψα. «Ως τώρα εσύ ήσουν ο συνδετικός κρίκος. Μόλις αρχίσουν τα προβλήματα-γιατι όλα τα ζευγάρια έχουν προβλήματα- να μην υπάρχεις στον ορίζοντα για να μην τα ρίξουν επάνω σου. Μέχρι τώρα η συμπεριφορά τους δείχνει ότι «συμφωνούνε» ότι η σχέση τους μαζί σου ήταν ανούσια. Μην τους δώσεις την εύκολη διέξοδο. Μην ενωθούν μπροστά στον κοινό «εχθρό». Ας τους, θα βγάλουν τα μάτια τους μόνοι τους.»
-«Που το ξέρεις ότι θα τα βγάλουν;» με ρώτησε με δυσπιστία και πίκρα
-« Γιατι είναι η πάστα τους τέτοια.» της απάντησα.
-«Επειδή τα φτιάξανε;» με ρώτησε με δυσπιστία « Έχουμε χωρίσει , δεν μου χρωστάει κανείς τίποτα, και σεις το είπατε...»
« Είναι ερωτευμένοι.» πρόσθεσε και τα μάτια της βουρκώσανε.
-« Κανείς δεν σου χρωστάει τίποτα, αλλά ο καθένας το χρωστάει στον εαυτό του να κοιμάται καλά τα βραδιά. Μόνο άνθρωπος που έχει χάσει την επαφή με την συνείδηση του και την καρδιά του δεν ενοχλείται πια. Αν ήταν αγνό συναίσθημα του ενός προς τον άλλον, θα το είχαν χειριστεί διαφορετικά.»
Με κοίταζε, δεν πολύ καταλάβαινε.
Αναστέναξα.
«Πριν πολλά χρόνια τελείωσα μια μακροχρόνια σχέση.» Η Νατάσσα έγειρε και αυτή να ακούσει. «Δεν ήμουν ευτυχισμένη και τον είχα ξεπεράσει. Ένα απόγευμα, λίγες εβδομάδες αργότερα, με πήρε τηλέφωνο μια κοινή μας φίλη και με ρώτησε αν θα με πείραζε να βγει μαζί του. Δεν απόρησα με κεινον, ήταν το στυλ του και ένας από τους λόγους που χώρισα. Απόρησα με κείνη που ενώ ήξερε τι συνέβαινε, μιλούσαμε, άκουγε τα παράπονα μου, έβλεπε τι έκανε- αφού μια από τις «αμαρτίες» του ήταν μια άλλη φίλη της,… και παρ όλα αυτά…ενδιαφερόταν.. Της είπα ότι δεν είχα πρόβλημα και το εννοούσα. Ήταν δική της η ζωή και δικές της οι επιλογές. Το κομμάτι που με αφορούσε είχε λυθεί πριν καν δημιουργηθεί, γιατι με πήρε τηλέφωνο.
Με ενημέρωσε, μου έδωσε την άξια που πίστευα ότι είχα στην σχέση μας, με σεβάστηκε..»
Κοίταξα την Σοφία, η αντιπαράθεση του παραδείγματος την βοήθησε να καταλάβει τι ήθελα να πω.
«Αυτό έδειξε πάστα ανθρώπου που σκέφτεται πριν ενεργήσει και που οι κινήσεις έχουν βαρύτητα» συνέχισα. «Έδειξε ότι η σχέση τους είχε να κάνει με κείνους, όχι με μένα.
Τελικά παντρευτήκανε, και αν το σκεφτείς, δεν είναι έκπληξη.» είπα χαμογελώντας
-« Ξέρεις αν στην περίπτωση μου, είχε γίνει αργότερα» πρόσθεσε η Νατάσσα δαγκώνοντας ένα σάντουιτς « …και αν είχαμε χωρίσει πραγματικά και ουσιαστικά, μα είχε προλάβει πενθήσει τον γάμο μας και να είχαν δείξει ανθρωπιά απέναντι σε μένα και τον μικρό, δεν νομίζω ότι θα είχα πρόβλημα ούτε γω…αλλά έτσι όπως έγινε ήταν ένα λουτρό αίματος.»
Η Νατάσσα έτρωγε όλο όρεξη. Τι διαφορετική εικόνα με αυτήν που έβλεπα για 2 χρόνια! Είχε απώλειες, αλλά είχε βγει πιο δυνατή από την ιστορία.
Όπως και γω, όπως θα γινόταν και η Σοφία.
Η Νατάσσα με κοίταξε και τα μάτια της γυαλίζανε από ζωή.
Η Σοφία φύσηξε την μύτη της.
-« Ξέρω ότι θεωρείται δεδομένο φαινόμενο, αλλά πονάει πολύ.»
-«Το ξέρω» της απάντησα απαλά
« Και αυτό είναι και το ζητούμενο πολλές φορές.»
Είτε γίνεται συνειδητά, ή όχι.

(fe-mail.gr)

1 comment:

Anonymous said...

Σ' ευχαριστω.